συγγενειῶν

συγγενειῶν
συγγένεια
kinship
fem gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • ALCYMEDE Iasonem omnes ex Aesone genitum consentiunt — Die eius matre non usque adeo inter scriptores convenit. Apollonius et Valerius Alcymeden Clymenis filiam fuisse scribunt: Stosichorus Etecclymenen, Pherecydes Alcymeden Phylaci filiam. Herodot. Polyphemen Autolyci. Andron in abbreviatione τῶ… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • Γκέτε, Γιόχαν Βόλφγκανγκ φον- — (Johann Wolfgang von Goethe, Φρανκφούρτη 1749 – Βαϊμάρη 1832). Γερμανός ποιητής. Γιος του αυτοκρατορικού συμβούλου Γιόχαν Κάσπαρ, ανθρώπου αυστηρού με ουμανιστικά ενδιαφέροντα, και της Καταρίνα Ελίζαμπετ Τέξτορ, σπούδασε νομικά στη Λειψία, όπου… …   Dictionary of Greek

  • Ινδοευρωπαίοι — Ονομασία των λαών που ανήκουν στην ινδοευρωπαϊκή γλωσσική ομάδα. Περιλαμβάνει τις γλώσσες που ομιλούνται στην Ευρώπη και στην Ασία και έχουν κοινή γλωσσική καταγωγή. Η έννοια Ι. γεννήθηκε τον 19ο αι., όταν η μελέτη του ινδουισμού οδήγησε πολλούς… …   Dictionary of Greek

  • παλαιοασιατικές γλώσσες — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται μία ομάδα γλωσσών (που ονομάζονται επίσης υπερβόρειες ή παλαιοσιβηρικές). Xρησιμοποιούνται στη βορειανατολική Ασία, σε εδάφη της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και σε τμήμα του Ουζμπεκιστάν. Η υπαγωγή των γλωσσών αυτών… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”